Ξύπνησα. Πρέπει να μην έκανα τίποτα εδώ και ώρα γιατί απλά κατάλαβα ότι το τσιγάρο μου ήταν πικρό και ότι δεν μπορούσα να καταλάβω τις σκέψεις μου πλέον. Είναι βράδυ. 22:33 σε ένα σχετικά ήσυχο σπίτι στο Λονδίνο. Το μόνο πράγμα που σκεφτόμουν είναι ότι δεν θυμάμαι την αλληλουχία της σκέψης μου αλλά ότι πολλά πράγματα μαζί είχαν βγει στην επιφάνεια. Θυμήθηκα ένα σπίτι στην άκρη του γιαλού, μια σκάλα να οδηγεί στην παραλία, ένα απόγευμα, ένα καλοκαίρι, πολλά χρόνια πριν. Και εγώ σίγουρα δεν ήμουν ο ίδιος άνθρωπος πλέον. Θυμήθηκα ότι είχα και έχω πάρα πολλά πράγματα να συζητήσω με πάρα πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους, αλλά ότι αυτό δεν με έκανε ευτυχισμένη πλέον. Θυμήθηκα ότι από μικρή η μάνα μου μου έλεγε να μάθω σωστά το τυφλό σύστημα των υπολογιστών, μου είχε πάρει και ένα CD θυμάμαι, αλλά εγώ δεν είχα ασχοληθεί ιδιαίτερα, είτε γιατί σέρφαρα στο διαδίκτυο είτε γιατί κάτι έκανα στον υπολογιστή. Ήμουν μικρή τότε και με είχε συνεπάρει η φάση με τα δίκτυα ανθρώπων που μπορούσαν να δημιουργηθούν με τη σωστή χρήση μιας ψηφιακής τεχνολογίας.
Καθώς μεγάλωνα, συνειδητοποίησα ότι αυτός ο ενθουσιασμός ήταν από τα λίγα πράγματα που δεν είχαν αλλάξει πάνω μου. Υπερβάλλω μάλλον. Τίποτα ουσιώδες δεν έχει αλλάξει. Ακόμα γράφω. Ακόμα κάθομαι στον υπολογιστή, ακόμα ενθουσιάζομαι με τα δίκτυα ανθρώπων που μπορούν να δημιουργηθούν με τη σωστή χρήση μιας ψηφιακής τεχνολογίας, ακόμα νιώθω αποκλειστικά ρομαντικά τα απογεύματα. Μάλλον η διάθεσή μου έχει αλλάξει, μάλλον ο ενθουσιασμός μου χάνεται. Γιατί; Πολλές φορές μιλάω με ανθρώπους στον εικονικό ή στον πραγματικό κόσμο και καταλήγουμε πάντα σε μπλαζέ συμπεράσματα, χωρίς ίχνος ελπίδας, παγιδευμένα σε πλαίσια καπιταλιστικών ή αντι-καπιταλιστικών συζητήσεων με μια ελαφριά υπαρξιακή πάντα διάσταση.
Τώρα πρέπει να διαβάσω κάτι βιβλία που σνομπάρω και δεν έχω καμία όρεξη να ασχολούμαι αποκλειστικά μαζί τους. Τώρα μπήκε η άνοιξη και δεν έχω καμία όρεξη να ασχολούμαι αποκλειστικά μαζί της. Αλλά τα κάνω και τα δύο, ταυτόχρονα. Και έχουν γίνει, παραλόγως, σχεδόν ταυτόσημα. Η άνοιξη και τα βιβλία που δεν θέλω να διαβάσω, οι συζητήσεις που προσπαθώ απελπισμένα να έχω, στο MSN, στο τηλέφωνο, στο σπίτι… Όλα καταλαμβάνουν όλη τη μέρα μου και τη μισή νύχτα μου και πολύ συχνά το πρωί θα σηκωθώ από το κρεβάτι μόνο για να δω την (εικονική και πραγματική) αλληλογραφία μου. Λες και θα με σώσει ένα γράμμα ή ένα email από αυτή την κατάσταση που έχω υποβάλλει τον εαυτό μου. Καμιά φορά έχει τεράστια επίδραση στην ψυχολογία μου, ένα δεματάκι από τη μάνα μου, ένα απροσδόκητο email ή ένα πολύ καλό email που θα κάνω forward σε λίγους και εκλεκτούς συνοδοιπόρους. Μάλλον δραματική ακούγομαι πάλι, ε; Μάλλον.
Είναι και αυτά τα δύο συνέδρια που με έχουν βάλει σε σκέψεις. Ξέρεις, μήπως είναι υπερβολικά νωρίς ή μήπως δεν είμαι εγώ προετοιμασμένη ή μήπως δεν έχω το χρόνο να προετοιμαστώ, ή μήπως δεν είμαι αρκετά οργανωτική τελικά και ποτέ δεν θα βρω το χρόνο να αξιοποιήσω στο έπακρον τις δυνατότητές μου. (εδώ μπαίνει παράγραφος μάλλον, ε;) Μάλλον ζητάω λίγη κατανόηση προς την ελαφρώς αποσυντονισμένη φύση μου. Μάλλον μετράω τις μέρες και τις ώρες, τα λεπτά και τα δευτερόλεπτα χωρίς ή πριν το καταλάβεις και οι προτάσεις μου εν τέλει δεν βγάζουν κανένα νόημα. Εγώ ποτέ δεν ισχυρίστηκα ότι ήμουν καλή με τις λέξεις, φαντάσου λοιπόν με τις προτάσεις.
Όταν με διακόπτουν δε αποσυντονίζομαι τελείως. Χάνω ειρμό, δομή και περιεχόμενο της σκέψης μου, την οποία βέβαια από την αρχή πάσχιζα να κρατήσω ζωντανή. Βλέπεις οι σκέψεις μου είναι σαν τα χρυσόψαρα που είχα μικρή και δεν μπορώ να τα κρατήσω στη ζωή με τίποτα. Τα συναισθήματά μου, όμως, είναι σαν τις γάτες που πάντα τριγύριζαν το σπίτι της γιαγιάς μου και, τόσα χρόνια μετά, έρχονται ακόμα και με βλέπουν.
Είχα πει σε ένα φίλο μου πριν χρόνια σε μια συζήτηση που είχαμε για τον… Antonio Banderas, ως απάντηση στην πρότασή του “Io sono diaobolo”, “Io sono una persona extravaganza” και διατηρώ αυτή τη θέση μέχρι και σήμερα, χωρίς να πιστεύω ότι μου ανήκει δικαιωματικά ο τίτλος. Σίγουρα έχω υποτιμήσει την υπερμεγέθη προσωπικότητα μου. Το γράφω και θέλω δίπλα να γράψω lol.
Ξύπνησα. Λίγα λεπτά πριν τα μεσάνυχτα, όπως εκείνο το τραγούδι των Iron Maiden που αντί να ακούω στα 16, όπως κάθε λογική γραμμική μετάβαση του γούστου τραγουδιών θα επέβαλε, άκουγα στα 18. Τότε που ήθελα να κάνω metal μπάντα, ποιος, εγώ, που σχεδόν πάντα ήξερα που θα με βγάλει ο δρόμος στα 23, Χριστέ μου, προς τα 24 μου. Πότε πέρασαν δύο χρόνια, εγώ θυμάμαι ότι ήμουν 22 και είμασταν στο μετρό και πηγαίναμε στου Χρήστου να φάμε το πρωινό των γενεθλίων μου. Όχι, δεν τα έκλεισα ακόμα. Είμαι ακόμα 23, thank God.
Μπήκε πάλι σε επιφανειακές ανησυχίες η σκέψη μου. 23. So be it. Είμαι πιο μικρή και πιο μεγάλη από αυτό ταυτόχρονα. Είμαι πιο ανώριμη από ό, τι θα μπορούσα και πιο ώριμη από ότι θα ήθελα. Ταυτόχρονα. Όπως την άνοιξη, και τα βιβλία που πρέπει να διαβάσω. Αν είναι, εκείνο το βιβλίο για τις Μεθόδους στην Επικοινωνία των Deacon et al έχει αρχίσει να μου φαίνεται υπέροχο σε σχέση με κακές μεταφράσεις του ΜακΚουεϊλ και Βιντάλ. Αλλά αρκετά με αυτά τα βιβλία. Τέτοια ώρα, τέτοια λόγια.
Χωρίς λόγια είναι το σχόλιο που θέλω να κάνω πλέον, ολοένα και περισσότερο. Πάντα όμως βρίσκω κάτι να πω, αν και συνήθως εκ των υστέρων μου φαίνεται ότι οποιαδήποτε συζήτηση στην οποία έκανα αυτό το σχόλιο θα ήταν λειτουργική και με την απουσία του. Μερικές φορές, βέβαια, ευτυχώς δηλαδή αυτό δεν συμβαίνει. Αλλά μου φαίνεται πιο επικίνδυνο να εκτίθεμαι λέγοντας ημι-σοφά πράγματα τα οποία πιστεύω, γιατί νιώθω πιο ευάλωτη στις περαιτέρω συζητήσεις μου. Ενώ με τις λιγότερο ουσιαστικές δηλώσεις έχεις πάντα το περιθώριο να αναπλάσεις το επιχείρημά σου, προσαρμόζοντας το καταλληλότερα σε πολλαπλού είδους συζητήσεις.
Χαζές συζητήσεις.
1 comment:
to ti mou aresei sto grapsimo sou ine oti vgenei aviasta kai afto fenete. an kai in parts ine ligo monotono, kapia kommatia ine ekseretika.
Post a Comment